Δευτέρα 24 Αυγούστου 2015



Τι ταραγμένο αιώνα ζω, Παναγίτσα μου! Εκλογές πάνε κι έρχονται, προέδροι πάνε κι έρχονται, μετανάστες πάν… όχι, αυτοί μόνο έρχονται. Κι είναι, λέει, τραγική η κατάστασή τους γιατί κάτι δεν τους αφήνουμε να κάνουν ήσυχοι στον τόπο τους κι έρχονται, λέει, να το κάνουν εδώ. Εδώ, δηλαδή, αλλού. Κι εδώ και στην Ευρώπη γενικώς, κι έτσι μας αναγκάζουν να τους λυπόμαστε που τους βλέπουμε στις τηλεοράσεις όλο μέσα σε κάτι σαπιοκάραβα και σε κάτι πολύχρωμα μικρά αντίσκηνα. Όπως κάτι άλλοι που είχαν έρθει στην Ανάβυσσο, όχι τώρα καλέ, παλιά. Αποκλείεται να τους θυμάστε γιατί δεν υπήρχαν τότε τηλεοράσεις. Ένας Βενέζης υπήρχε που έγραφε κάτι βιβλία. Κι επειδή τα βιβλία είναι μεγάλα και μπορούν να γίνουν σήριαλ ίσως να το έχετε δει στην παλιά τηλεόραση. Εκείνη όμως ήταν ασπρόμαυρη.
Εμένα βέβαια – θα σας πω και για την Ανάβυσσο – μου αρέσει η ιστορία. Η ιστορία, αυτή που είναι γραμμένη. Μου αρέσει να τη διαβάζω. Δε θέλω να παρακολουθώ αυτά που συμβαίνουν τώρα στις τηλεοράσεις γιατί πλήττω. Κι αυτό το καρέ-καρέ, πάλι; Μου θυμίζει τη χελώνα καρέτα-καρέτα. Σώστε τις ειδήσεις «καρέ-καρέ». Εγώ προτιμώ να τα αφήνω να παλιώνουν και να τα διαβάζω για ιστορία. Είναι πιο γλυκόπιοτα έτσι. Το παλιό κρασί, που όταν παλιώνει, που κάτι γίνεται… πώς το λένε… αυτό τέλος πάντων.
Στην Ανάβυσσο λοιπόν, είχαν έρθει πάλι κάτι μετανάστες, τότε παλιά που τους λέγαν και τουρκόσπορους εδώ, γιατί αναγκάστηκαν να φύγουν από εκεί, τη Μικρά Ασία το 1922, γιατί εκεί ήταν παλιοέλληνες. Ήρθαν κι αυτοί με σαπιοκάραβα, που τότε ήταν πιο σαπιοκάραβα διότι τι τεχνολογία να είχαν το 1920; Αυτοί λοιπόν, πήγαν και έστησαν τις σκηνές τους, που δεν ξέρω αν ήταν πολύχρωμες γιατί τότε ήταν όλα μαυρόασπρα και δε θέλω να σας γελάσω, πήγαν λοιπόν και τις έστησαν στην Ανάβυσσο, κοντά στις αλυκές. Πήγαν εκεί γιατί ως θαλασσινοί, φαίνεται τους άρεσε πολύ το αλάτι. Και μετά σκάψε σκάψε το χώμα βρήκαν και κάτι αγάλματα. Αυτή ήταν η ιστορία που διάβαζα προχτές κι αν σας θυμίζει κάτι είναι αυτό που σας έλεγα πριν, διότι το παίξαν παλιά στην τηλεόραση και έπαιζε κι ο ηθοποιός αυτός μωρέ, ο ψηλός, πώς τον λέγαν, αυτός που δολοφόνησε τη Στέλλα στα Εξάρχεια – γιατί στα Εξάρχεια τη σκότωσε κι ας λέγαν στην ταινία ότι ήταν Πειραιάς. Εγώ τη γνώρισα την Καλλιδρομίου.
            Επίσης τώρα που είπα «δολοφόνησε», να σας πω για προχτές που έγινε και η απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου. Όχι του αυτουνού που είναι δικός μας, του παχιού, ούτε του άλλου, του αεροδρομίου… του πιο παλιού ντε, που είχε κάτι μεγάλο… Δε μού’ρχεται τώρα τι μεγάλο είχε, α, ναι, μια μεγάλη ιδέα. Του Λευτέρη, μπράβο. Έγινε λοιπόν η απόπειρα… όχι δηλαδή ότι έγινε, διάβαζα πως έγινε, στην ιστορία που σας έλεγα, κάπου παλιά στο Παρίσι του 1920. Και μετά, λέει, ζοχαδιάστηκαν οι Βενιζελικοί και εκτελέσανε τον… αυτόν, ντε… που τον εκτέλεσαν, που έχουμε και μια ηθοποιό που έχει τέτοιο όνομα… όχι Μπελογιάννης, όχι Σουκατζίδης… α, ναι, Δραγούμης. Ιων Δραγούμης. Ακου, Ιων! Με τη σοκολάτα τη σχέση είχε; Φαντάζεσαι να λεγόταν Ιων Παυλίδης; Τέλος πάντων. Τον πιάσαν, λέει, στα καλά καθούμενα, τον στήσαν σε μία μάντρα μέρα μεσημέρι, εκεί απέναντι από το Χίλτον (μα υπήρχε από τότε το Χίλτον;) και τον εκτέλεσαν, λέει, έτσι, χωρίς δίκη χωρίς τίποτα. Επειδή δεν ήταν με το Βενιζέλο. Ήταν χωρισμένοι τότε, όπως διάβαζα σε βενιζελικούς και αντιβενιζελικούς, όπως και πιο πριν σε βασιλικούς και αντιβασιλικούς, όπως και πιο πριν στους δημοτικιστές και καθαρευουσιάνους, όπως και πιο πριν… κάτι άλλο, δε θυμάμαι… Γινόντουσαν πολλά εκείνες τις εποχές και τα μαθαίνεις άμα διαβάζεις, όπως εγώ. Κι όλα αυτά για κάτι εκλογές. Γιατί όλα γίνονται για «κάτι εκλογές»; Για κάτι εκλογές που όλο γίνονται αλλά όλο δεν πετυχαίνουν, όλο και κάτι άλλο θα έπρεπε να είχε γίνει για να πετύχουν κι όλο υπάρχει αυτή η ανακατωσούρα που μας ταράζει. «Ταράζει»; Ποιος τό ‘χε πει αυτό; ένας παλιός. Δηλαδή, πιο παλιός απ’ τους παλιούς που ξέρουμε, αρχαίος. Α, ναι ο «μη μου τους κύκλους τάραττε», το θυμήθηκα, που τό ‘χε πει ο αυτός, μωρέ, με την μπανιέρα, ο Αρχι…πες τον, ένας «Αρχι…» τέτοιος, τέλος πάντων.
Για τις εκλογές, έλεγα λοιπόν, που αποστάτησαν οι 25 και έπεσε η κυβέρνηση. Όχι τώρα, μωρέ. Για τότε, λέω, το 1965, που ήταν κι ένας Μητσοτάκης μέσα. Συγγνώμη, όλοι αυτοί οι Μητσοτάκηδες που διαβάζω στα βιβλία της ιστορίας, ένας είναι; Τότε λοιπόν, που φύγαν λέει αυτοί και η κυβέρνηση έπεσε και μετά κάτι άλλοι πήραν κάτι εντολές για να ψάξουν να φτιάξουν νέα κυβέρνηση χωρίς εκλογές, αλλά δεν τα κατάφερναν και ο ένας έδινε στον άλλον την εντολή, αλλά στο τέλος τα κατάφεραν, μα τελικά έχασαν όλοι γιατί ήρθε η χούντα. Κι έτσι έπεσε ο γέρος της Δημοκρατίας που εμένα μου κακοφαίνεται που τον λένε έτσι, γιατί στις φωτογραφίες δε μου φαίνεται και τόσο. Δε μου φαίνεται και τόσο «γέρος» όχι τόσο «δημοκρατίας»! Ίσως να τον λέγαν έτσι γιατί ήταν της παλιάς δημοκρατίας, γιατί μετά ήρθε άλλη, η Νέα Δημοκρατία και ήρθε γιατί αν δεν ερχόταν θα ερχόντουσαν, λέει, κάτι τανκς. Αυτή η Νέα Δημοκρατία που στην αρχή ήταν Καραμανλής και μετά Ράλλης και μετά ένας Μητσοτάκης (ο ίδιος είναι;) και πάει λέγοντας.
Τώρα που είπα Ράλλης, θυμήθηκα την υπόθεση «δολοφονία Παπαδάκη». Όχι, αυτόν που κάνει τα πρωινάδικα, μωρέ. Ποιος να θέλει να τον σκοτώσει αυτόν. Αυτή η «δολοφονία Παπαδάκη» λέγεται Ελένη. Ήταν λέει προπολεμικά η σπουδαιότερη ηθοποιός που είχαμε. Πιο μεγάλη ακόμη κι απ’ τις δικές μας, τις σημερινές. Αυτήν, λέει, επειδή ήταν σπουδαία και ασυμβίβαστη καλλιτέχνης τη ζήλευαν πολύ. Το 1941 έγινε κατοχή στην χώρα από τους Γερμανούς. Πρώτα μπήκαν οι Ιταλοί που δεν τους αφήσαμε και μετά μπήκαν οι Γερμανοί που ούτε κι αυτούς τους αφήσαμε αλλά αυτοί μπήκαν μόνοι τους. Τότε λοιπόν, την περίοδο της κατοχής είχαμε και τότε πρωθυπουργούς και ένας από αυτούς ήταν ο Ράλλης, ο Ράλλης όχι αυτός ο «δε θέλω ου», ο άλλος, ο μπαμπάς του. Αυτός ο Ράλλης λοιπόν ήταν δοτός. Δοτός, από το δίνω, ξέρετε, μας τον δώσαν οι Γερμανοί δώρο, να τον έχουμε για Πρωθυπουργό. Αυτός σύναψε λοιπόν ερωτικές σχέσεις με την Ελένη Παπαδάκη κι αυτή, που όλοι έλεγαν πως δεν την ένοιαζαν τα πολιτικά, τον ερωτεύτηκε. Αυτό βέβαια εκνεύρισε πολλούς που δεν κάναν σχέσεις με άλλους πολιτικούς. Κι έτσι, αμέσως μετά που φύγαν οι Γερμανοί τον Οκτώβριο, κάτι έγινε το Δεκέμβριο που δε θυμάμαι τώρα και άρχισαν να τσακώνονται οι κομμουνιστές με αυτούς που δεν ήταν κομμουνιστές. Μια παρα-αριστερή οργάνωση λοιπόν, θεώρησε την Παπαδάκη προδότρια, τη συνέλαβαν ένα βράδυ, την οδήγησαν στα διυλιστήρια της Ούλεν (ούλεν είναι η γιαγιά της ΕΥΔΑΠ) στο Γαλάτσι και την εκτέλεσαν με δύο σφαίρες στον αυχένα. Τη διάβασα λοιπόν την ιστορία αυτή και μου έκανε μεγάλη εντύπωση, διότι είπα, για πολύ πιο ασήμαντες αφορμές σκότωναν τότε ηθοποιούς.
Αχ, τι ωραία που ήταν η Ελλάς. Όχι, η χώρα μας, καλέ. Λέω, για την «Ωραία Ελλάς» την άλλη, της Αιόλου. Υπήρχε, παιδί μου, ένα καφενείο στην Αιόλου, από εκείνα τα παλιά του 1800 που έπιναν καφέ αυτοί που τώρα είναι ιστορία. Η «ωραία Ελλάς» και σήμερα υπάρχει, αλλά δεν υπάρχει γιατί τώρα είναι κλειστή, ίσως γιατί τελικά δεν είναι τόσο ωραία, αλλά εγώ στις φωτογραφίες για «ωραία» τη βλέπω. Πάντως εκεί, διάβαζα ότι κόψαν για πρώτη φορά, επάνω στο πατάρι, και μοίρασαν κάτι «χαρτιά» που τα ονόμασαν μετοχές, τα οποία «χαρτιά» λέει, είχαν αξία. Δηλαδή, δεν είχαν, εσύ τους την έδινες την αξία γιατί τα πλήρωνες. Ναι, έδινες λεφτά κι αγόραζες χαρτιά γιατί ήταν ένας τρόπος να γίνεις πλούσιος. Κάθε «χαρτί», διάβασα, αντιστοιχούσε σε ένα ψιχουλάκι από τα μεταλλεία  του Λαυρίου. Οπότε όσο πιο πολλά χαρτιά αγόραζες, τόσο πιο πολύ Λαύριο είχες στην κατοχή σου. Αυτά τα πουλούσε λέει η λεωφόρος… αυτή, μωρέ, η πλατιά και φαρδιά που πήγαινε παλιά στο ιππόδρομο, εκεί κοντά που είναι όλοι οι δρόμοι-βασιλιάδες. Η Αμαλία όχι, η Σοφία όχι, ο Γεώργιος όχι, λίγο πιο κάτω… α, ναι, θυμήθηκα. Η Συγγρού. Η Συγγρού λοιπόν, δεν ήταν βασίλισσα, Ανδρέας ήταν και ήταν, λέει, και πάμπλουτος τραπεζίτης, όπως όλοι οι σωστοί τραπεζίτες. Ήταν και βουλευτής του άλλου του δρόμου, που τον είχαμε και Πρωθυπουργό, του Τρικούπη. Όχι, του Σπυρίδωνος, αυτόν τον διαβάζω, πιο κει, του Χαρίλαου. Αυτός ο Συγγρός λοιπόν, που ήταν Ανδρέας και τον κάναν και δρόμο έκανε ευεργεσίες διάφορες στη χώρα, όπως αυτή με το Λαύριο. Είχε αγοράσει φτηνά τα Μεταλλεία και αφηρημένος άφησε να διαρρεύσει ότι υπήρχαν εκεί κοιτάσματα χρυσού και τα «χαρτιά» αυτά που τα λέγαν και μετοχές απέκτησαν τεράστια αξία, χωρίς να το καταλάβει. Έτσι, τις έδωσε στον κόσμο σε πολύ καλή τιμή. Στην υπόθεση ενεπλάκησαν και οι φίλοι μας, όπως μέχρι σήμερα πάντα το πράττουν, Γάλλοι και Ιταλοί κι όλοι μαζί κατάφεραν να δημιουργήσουν μια τεράστια ελπίδα στους Αθηναίους της εποχής, κάτι που δυστυχώς τους έλειπε στους χαλεπούς εκείνους καιρούς που ζούσαν. Αυτή ήταν η «ωραία Ελλάς» που δυστυχώς σήμερα είναι κλειστή γιατί κανείς δε θέλει να ασχοληθεί μαζί της, ίσως γιατί λείπει σήμερα το επιχειρηματικό πνεύμα. Ευτυχώς όμως, ο Συγγρός ξαναβγήκε βουλευτής στις εκλογές του 1885 γιατί πάλι οι εκλογές έπαιξαν το δικό τους ρόλο. Ακόμα και το περιστατικό με την Ελένη Παπαδάκη πάλι σε προεκλογική περίοδο έγινε, διότι το 1944 έφυγαν οι Γερμανοί και άφησαν τα Υπουργεία άδεια. Έπρεπε να μπουν  Έλληνες και ήρθαν μερικοί από την Αίγυπτο. Παλιά, η Βασίλισσα Αμαλία είχε φέρει φοίνικες από την Αίγυπτο και γέμισε όλον τον Εθνικό κήπο, λες και δεν υπήρχαν άλλα δένδρα.
Κάτι με εκλογές και δένδρα που ψηφίζουν όμως, το ξαναδιάβασα κι αλλού. Τι ανοησία κι αυτή! Ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι σε εκλογές μπορούν να ψηφίζουν δένδρα και φυτά; Άσχετο αν κοιτιέμαι στον καθρέφτη και μου μοιάζω σαν ωραιότατος υάκινθος. Είναι και το σύνδρομο του ναρκισσισμού που έχω. Το λέει και η επιστήμη: «σύνδρομο» δηλαδή, άλυτο, αξεδιάλυτο. Αθώο όμως και χαριτωμένο. Για φαντάσου, ας πούμε, να με έβλεπα για τέρας. Να μου κοβόταν η χολή κάθε που με έβλεπα και να κοιμόμουν με τα φώτα αναμμένα μη με δω στον ξύπνιο μου. Τους σπας τότε τους καθρέφτες, ή δεν τους σπας;  Και τώρα που είπα τέρας, θυμήθηκα εκείνον το μουσικοσυνθέτη, τον πώς το λένε, μωρέ, τον «κυπαρισσάκι αψηλό». Ο τέτοιος… όχι ο ψηλός που έκανε τα χέρια όλο έτσι κι ήταν όλο φυλακές, ο άλλος μωρέ, ο πιο καθιστός που καθότανε συνέχεια στ’ αβγά του κι όλο έγραψε μουσικές. Ο Μάνος, τον θυμήθηκα. Αυτός ο Μάνος που τον λέγανε νομίζω και Χατζιδάκη, είχε πει κάποτε: «Αν πάψει να σε τρομάζει το τέρας, σημαίνει ότι τού’ μοιασες». Κι εμένα με τρομάζει το τέρας, γιατί είπαμε, εγώ βλέπω συνέχεια υάκινθους!
Αχ, πέρασε η ώρα. Κουράστηκα στο αναγνωστικό σεργιάνι στα κιτρινισμένα φύλλα της ιστορίας. Ένας γλυκός ύπνος χαρχαλεύει στα βλέφαρά μου. Θα το αφήσω το βιβλίο για σήμερα. Συνεχίζω αύριο. Νυστάζω τόσο. Ξαπλώνω τώρα και πατώ το διακόπτη. Κλείνω το φως για σήμερα. Καληνύχτα σας, μωρούλια μου.



Δεν υπάρχουν σχόλια: